- περινεοτομή
- και περινεοτομία, η, Νδιατομή τού περινέου σε ορισμένες περιπτώσεις τοκετού, η οποία αρχίζει από τον κόλπο και αποβλέπει σε αύξηση τών διαστάσεων τού στομίου του.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
περινεοτομία — η, Ν βλ. περινεοτομή … Dictionary of Greek